Κρινόμαστε με το Μέτρο της Αγάπης
Η Δικαιοσύνη και η Κρίση του Θεού
Του π. John Abberton
Μπορεί να υπάρχει λογικός άνθρωπος στον κόσμο που να μην έχει κάποια ιδέα δικαιοσύνης; Πολλοί άνθρωποι στον κόσμο μιλάνε για τα δικαιώματά τους. Από πού προέρχεται αυτή η ιδέα; Τι με κάνει να νιώθω ότι έχω «δικαιώματα»; Δεν έχω μόνο δικαιώματα, αλλά έχω και δικαίωμα στη δικαιοσύνη. Οι άνθρωποι δεν έχουν μόνο αντίληψη δικαιοσύνης σε σχέση με τους άλλους – έναν εργοδότη, τους συμπολίτες τους, αλλά και όλοι έχουμε κάποια αίσθηση δικαιοσύνης όταν πρόκειται για τιμωρία εγκληματιών. Υπάρχουν ακόμα κάποιοι άνθρωποι που πιστεύουν στη θανατική ποινή. Στο Δυτικό κόσμο, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν το πιστεύουν. Όμως όλοι συμφωνούν ότι κάποια τιμωρία είναι απαραίτητη.
Αν ρωτήσουμε τι σκοπό έχει η τιμωρία, μπορούμε να πούμε, κατ’ αρχήν, ότι είναι για χάρη του εγκληματία: η εκπαίδευση και αναμόρφωσή του. Γνωρίζουμε ότι αυτό δεν είναι αρκετό. Όταν έχουμε τελικά διώξει κάθε σκέψη εκδίκησης˙ όταν έχουμε νικήσει το θυμό μας και ίσως ακόμη να έχουμε και συγχωρήσει τον εγκληματία, υπάρχει πάντα ανάγκη τιμωρίας. Γιατί; Τι είναι εκείνο που μας κάνει να τιμωρούμε τους άλλους και, με ταπεινοφροσύνη, ν’ δεχόμαστε τιμωρία για μας τους ίδιους; Χωρίς να ξέρουν την απάντηση, οι άνθρωποι ενστικτωδώς απαιτούν δικαιοσύνη. Παραδόξως, όταν πρόκειται για το Θεό, πολλοί έχουν πρόβλημα με τη θεία δικαιοσύνη, και ιδιαιτέρως, την τελική κρίση. Πολλοί πιστεύουν ότι η θρησκεία είναι γλυκύτερη˙ πιο ευχάριστη, χωρίς δικαιοσύνη και κρίση. Ο Θεός είναι πολυεύσπλαχνος, έτσι πως λοιπόν μπορεί να είναι συνάμα και κριτής; Αν ο Θεός μας έχει συγχωρήσει, αν ο Ιησούς πέθανε για μας, τι είδους τιμωρία μπορεί να υπάρξει; Σίγουρα, αν έχουμε σωθεί, έχουμε σωθεί, και η κρίση δεν είναι απαραίτητη. Κάτι τέτοιο δεν λέει η Αγ. Γραφή;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν υπάρχει πολιτισμός χωρίς δικαιοσύνη. Κι όμως, διάφορες πολιτιστικές και θρησκευτικές ομάδες θα διαφωνούσαν στα σοβαρά μεταξύ τους για το τι συνιστά την αληθινή δικαιοσύνη. Οι χριστιανοί δε συμφωνούν με την εκδίκηση. Δε θα ’πρεπε να τιμωρούμε κάποιον άλλο για να ικανοποιήσουμε την υπερηφάνειά μας ή να ανταποκριθούμε στα πληγωμένα αισθήματά μας. Όμως ξέρουμε ότι το έγκλημα θα ’πρεπε να τιμωρείται. Υπάρχει μία αρχή που όλοι αποδεχόμαστε – χωρίς να χρειάζεται να την κατονομάσουμε. Ξέρουμε πως καμία κοινωνία δε μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει ειρηνικά αν δεν υπάρχει κάποια μορφή δικαιοσύνης.
Για να επιβιώσουμε σ’ έναν κόσμο που είναι μερικές φορές σκληρός και τρομαχτικός πρέπει να έχουμε κάποιες εγγυήσεις, κάποιες ηθικές παραμέτρους, και κάποιους νόμους. Οι νόμοι που παραβιάζονται χρειάζονται υπεράσπιση, διαφορετικά θα χάσουν το νόημά τους. Η Δημόσια Τιμωρία είναι μια δήλωση για το νόμο και την κοινωνία. Με το να τιμωρείται, ο εγκληματίας είναι κάτι σαν υπηρέτης. Ό,τι υποφέρει ως αποτέλεσμα της ανυπακοής του στο νόμο, επαναβεβαιώνει τις ηθικές αξίες της κοινωνίας. Είναι, αν και ο εγκληματίας δεν το ξέρει πάντα, μια περίπτωση πόνου για χάρη των ανθρώπων. Δεν είναι αθώος πόνος αλλά, τουλάχιστον σε γενικές γραμμές, δεν είναι ούτε εγωιστικός. Οι εγκληματίες συχνά λένε να «ξεπληρώσω το χρέος μου στην κοινωνία». Για κάθε έγκλημα πρέπει να υπάρχει κάποια μορφή τιμωρίας.
Τιμώντας την Αγαθότητα (Δοξάζοντας το Θεό)
Αυτό που συμβαίνει όταν τιμωρείται ένας εγκληματίας είναι ότι το καλό που έχει αψήφησε ή παραμέρισε βίαια, εξαίρεται. Όσο πιο μεγάλο είναι το καλό, υποστηρίζουμε, τόσο πιο αυστηρή θα ’πρεπε να είναι η τιμωρία. Πίσω από την επιθυμία για εκδίκηση υπάρχει μια άρνηση να επιτρέψουμε στο «καλό» που έχει δεχθεί επίθεση (είτε πρόκειται για το εγώ μας, είτε, πιο αυθεντικά, τέτοιες καταστάσεις όπως το δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία) να μειωθεί. Η εκδίκηση είναι μια πρωτόγονη παρόρμηση που σχετίζεται με την αναγνώριση της αξίας κάποιου πράγματος ή προσώπου. Αν ο αδελφός μου δολοφονηθεί, η εκδίκηση σημαίνει δύο πράγματα˙ πρώτον, αναγνώριση της αξίας της ζωής του αδελφού μου και δεύτερον, ως έκφραση αυτού, και της δικής μου απώλειας, απαίτηση αποζημίωσης με τη ζωή του δολοφόνου.
Η εκδίκηση συνήθως συνδέεται με έντονα συναισθήματα, όμως μπορεί να είναι μια πολύ κλινική και εν ψυχρώ υπόθεση, που σχεδόν θεωρείται ιερό καθήκον και ακολουθείται σχεδόν με τελετουργικό τρόπο. Στην καρδιά της εκδίκησης υπάρχει επίσης μεγάλο κακό, ιδίως όσον αφορά στη βία. Οδηγεί στην πιο αποκρουστική διαφθορά που αφορά την εξύψωση του εγώ και την περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής. Τελικά η εκδίκηση δε λύνει τίποτα. Πολύ συχνά μια πράξη εκδίκησης οδηγεί σε μια άλλη εξαιτίας ενός διαστρεβλωμένου αισθήματος τιμής. Σε κοινωνίες που διατηρούν επικίνδυνα εκκεντρικές απόψεις για την οικογενειακή και την προσωπική «τιμή», δεν υπάρχει διαρκής ειρήνη, αλλά ένα κλίμα εκφοβισμού. Η εκδίκηση μπορεί ν’ αρχίζει με κάποιο είδος αναγνώρισης του καλού αλλά τελειώνει με περισσότερα δάκρυα, περισσότερο αίμα και την κατάργηση της ειρήνης.
Εκείνοι που είναι υπέρ της θανατικής ποινής συχνά προσβάλλονται όταν τους κατηγορήσουν ότι θέλουν εκδίκηση. Μέρος των επιχειρημάτων τους είναι ακριβώς ότι όταν το έγκλημα είναι τόσο ειδεχθές (και φέρνουν το παράδειγμα βιασμού και δολοφονίας παιδιών) απαιτείται μια πολύ βαριά τιμωρία. Το επιχείρημα ότι η εκτέλεση του νόμου μπορεί επίσης να δρα αποτρεπτικά προβάλλεται επίσης. Δεν είναι πολύ πειστικό˙ μερικοί από τους χειρότερους εγκληματίες της ιστορίας έχουν αυτοκτονήσει. Η θεωρία ότι η τιμωρία πρέπει να ταιριάζει στο έγκλημα έχει κάποιο βάρος. Μέχρι προσφάτως η θανατική ποινή ήταν μια επιλογή που επιτρεπόταν από τη Ρωμαιοκαθολική διδασκαλία (ακολουθώντας τον Άγιο Θωμά τον Ακινάτη). Η πρώτη έκδοση της Νέας Κατήχησης επικρίθηκε επειδή την επέτρεπε. Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β‘ κατόπιν τάχθηκε εναντίον της θανατικής ποινής. Δεν είναι η απάντηση. Δεν υπερασπιζόμαστε και ούτε τιμάμε ικανοποιητικά την αγαθότητα της ζωής με την εσκεμμένη καταστροφή της. Ο θάνατος δεν είναι η απάντηση στο θάνατο. Ο θάνατος νικιέται μόνο από τη ζωή, ακριβώς όπως η θλίψη διαλύεται μόνο από τη χαρά και οι πληγές του πολέμου επουλώνονται μόνο με την ειρήνη. Η τιμωρία δεν αποδίδει αληθινούς καρπούς όταν είναι καταστροφική και συχνά σκληρή. Τέτοια ανταπόδοση λαμβάνει χαρακτήρα απελπισίας. Έχει πουθενά η θανατική ποινή οδηγήσει σε τίποτα που να θυμίζει εξύμνηση της ανθρώπινης ζωής; Το ερώτημα μοιάζει παράξενο, ακόμα και κακόγουστο. Αυτό είναι το ύστατο επιχείρημα εναντίον της. Δεν αποδίδεται τιμή στο καλό, δεν εξυμνείται η ζωή.
Τι γίνεται λοιπόν με την Κόλαση; Η Κόλαση, δεν είναι τελείως αρνητική; Σε τι χρησιμεύει η Κόλαση;
Κατ’ αρχήν, κανείς δεν είναι στην Κόλαση χωρίς να το θέλει. Η επιλογή είναι δική μας. Τουλάχιστον η Κόλαση μαρτυρά την ελευθερία που μας έχει δοθεί από το Θεό – μια ελευθερία που Εκείνος δεν θα την αφαιρέσει και δεν θα την ακυρώσει. Ταυτοχρόνως, μπορούμε να πούμε ότι εκείνοι που είναι στην Κόλαση είναι εκεί λόγω της αγιότητας του Θεού. Αυτή μοιάζει μ‘ ένα ολόλαμπρο φως που είναι ζεστό και πολύ ευχάριστο για όσους είναι «παιδιά του φωτός», αλλά είναι εκτυφλωτικό και οδυνηρό για όσους έχουν επιλέξει να ζουν στο σκοτάδι. Εκείνοι που πεθαίνουν στο σκοτάδι μιας βαριάς αμαρτίας δεν αντέχουν το φως της Θεϊκής αγιότητας. Στην πραγματικότητα, αυτό το φως κάνει το σκοτάδι να φαίνεται ακόμα βαθύτερο αφού το κακό δεν μπορεί να κατοικήσει σε αυτό και οι μικρές ατέλειες πρέπει να κατακαούν. Όσοι αποφεύγουν το φως μαρτυρούν τη λαμπρότητά του: όσοι κατεβαίνουν στην Κόλαση μαρτυρούν την καθαρότητα εκείνων που βρίσκονται στον Παράδεισο. Κατ’ αυτήν την έννοια, η Κόλαση μαρτυρά τη δικαιοσύνη και το έλεος του Θεού.
Τι σημαίνει σώζομαι;
Σώζομαι σημαίνει ελευθερώνομαι, και το να είσαι ελεύθερος συνεπάγεται να έχεις μια επιλογή. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός νίκησε την αμαρτία, το θάνατο και την Κόλαση, αλλά δεν εξάλειψε την ελεύθερη βούληση. Τα βαριά αμαρτήματα μπορούν να συγχωρηθούν σ’ αυτή τη ζωή, αν μετανοήσουμε ειλικρινά, έτσι ώστε, ακόμη κι αν κάνουμε λάθος επιλογές όσο βρισκόμαστε εν ζωή, να μπορούμε να ξαναρχίσουμε. Είναι αλήθεια ότι όλες οι αμαρτίες μας μπορούν να συγχωρηθούν εκτός από την αμαρτία της άρνησης – αμαρτία ενάντια στο Άγιο Πνεύμα, που είναι επίμονο πείσμα απέναντι στην Αλήθεια. Είναι η φύση αυτής της αμαρτίας να αρνείται την προσφορά της συγχώρεσης. Είμαστε ελεύθεροι λοιπόν, αλλά ελευθερία σημαίνει ευθύνη κι ανάμεσα στον ένα δρόμο και τον άλλο, η επιλογή είναι δική μας. Αυτό έκανε ο Χριστός, μας ελευθέρωσε. Όμως δε θα βιώσουμε την αληθινή χαρά της ελευθερίας αν δεν κάνουμε τις σωστές επιλογές. Πραγματικά, υπάρχει μόνο μία οδός για την έσχατη ελευθερία, κι αυτή είναι η οδός της αληθινής αγάπης. Η άλλη οδός οδηγεί στην αυτο-υποδούλωση. Η διαφορά τώρα, από τον πασχαλινό θρίαμβο του Χριστού και ύστερα, είναι ότι την επιλέγουμε μόνοι μας˙ αν θέλουμε, αλλά είμαστε ελεύθεροι να διαλέξουμε τον Παράδεισο.
Το να διαλέγεις το Θεό σημαίνει να αποδέχεσαι το σωφρονισμό. Ο Θεός μας αγαπάει όπως είμαστε, αλλά δε θέλει να μείνουμε όπως είμαστε. Ο Θεός θέλει το καλύτερο για μας κι αυτό σημαίνει ότι μας ενθαρρύνει να προοδεύσουμε, ν’ αλλάξουμε, να γίνουμε άγιοι. Μας αφήνει πάντα την ελευθερία να υπαναχωρήσουμε. Αν πούμε «Ναι» στο Θεό, ο Θεός θα πει «Ναι» στην αγιοσύνη μας. Εφόσον δεν Του γυρίζουμε την πλάτη σοβαρά και επίμονα, θα μας κάνει αγίους. Ο δρόμος για την αγιοσύνη δεν είναι εύκολος. Υπάρχουν πολλά δυνατά χτυπήματα και μαθήματα στη διαδρομή. Τα λάθη είναι αναμενόμενα, αλλά υπάρχει επίσης η μετάνοια, η ταπείνωση, η αυταπάρνηση και πολλή προσευχή. Ο πόνος είναι αναπόφευκτος, και πολύτιμος.
Η τιμωρία μας θυμίζει ότι δεν είμαστε ακόμα τέλειοι και ότι η ευτυχία που έχουμε βιώσει μέχρι στιγμής δεν είναι αρκετή. Ο Θεός μας επιφυλάσσει κι άλλα θαυμάσια πράγματα. Όπως μας θυμίζει ο C.S. Lewis στο «Πρόβλημα του Πόνου», αυτό που βιώνουμε ως τιμωρία μπορεί συχνά να ερμηνευθεί ως παραχώρηση του Θεού για να πάρουμε τέτοια μαθήματα. Αν όλα ήταν πάντα ικανοποιητικά και δεν ήμασταν ποτέ στενοχωρημένοι, ποτέ δυσαρεστημένοι, μπορεί να ξεγελιόμασταν και να νομίζαμε ότι είχαμε βρει ένα είδος Παραδείσου. Ταυτοχρόνως, αφού οι επίγειες χαρές και η ευτυχία είναι, από τη φύση τους, πεπερασμένες, περιορισμένες και τελικά ανεπαρκείς, θα βαριόμασταν και θα γινόμασταν εγωιστές και μετά πικραμένοι. Θα ήμασταν δυσαρεστημένοι επειδή οι καρδιές μας θα αποζητούσαν περισσότερα. Όπως έγραψε ο Ιερός Αυγουστίνος,
«Ω Θεέ μου, μας έπλασες για σένα, και οι καρδιές μας δεν αναπαύονται μέχρι ν’ αναπαυθούν σε Σένα». Αν ο Θεός επιτρέπει τον πόνο, τα βάσανα, ακόμα και την τραγωδία, αυτό είναι μια πλευρά του ελέους Του. Πρέπει να το σκεφτούμε αυτό προσεχτικά. Αυτό μπορεί να κατανοηθεί μόνο με την πίστη.
Στο Τετράδιο 17 της «Αληθινής εν Θεώ Ζωής», στο μήνυμα που δόθηκε στις 13 Οκτωβρίου, 1987 ο Ιησούς είπε:
«Δεν βρίσκω καμία ευχαρίστηση στην τιμωρία σας. Επιθυμώ να επιστρέψει η Δημιουργία Μου στην αγάπη. Τεράστιες επανορθώσεις πρέπει να γίνουν. Επανορθώστε, εσείς που μπορείτε, επανορθώστε για τους άλλους. Η δημιουργία Μου πρέπει ν’ αλλάξει. Κόρη Μου, η δημιουργία Μου πρέπει να μάθει και να πιστέψει στα Πνευματικά Μου Έργα, η δημιουργία Μου θα πρέπει να Με αποδεχθεί ως Παντοδύναμο. Οι ιερατικές Μου ψυχές οφείλουν να καταλάβουν πόσο σφάλουν που απορρίπτουν τα σημερινά Μου Έργα.»
Ο Βασιλιάς του ελέους είναι επίσης και Κριτής.
Ας δούμε τώρα την Καινή Διαθήκη. Στα Ευαγγέλια είναι σαφές ότι ο Ιησούς, ο Υιός του Ανθρώπου, είναι συγχρόνως και ελευθερωτής και κριτής. Η ίδια Του η παρουσία κάνει ορισμένους να κραυγάζουν για βοήθεια κι άλλους να νιώθουν ανασφαλείς, φοβισμένοι και θυμωμένοι.
Κάποιοι έλκονται προς Αυτόν επειδή επιζητούν το έλεος άλλοι Τον ακολουθούν στη σκιά επειδή τους αναστατώνει κι αυτό δεν τους αρέσει. Είναι επικίνδυνος και πρέπει να φύγει. Για ορισμένους είναι θεραπευτής, γι’ άλλους η ίδια Του η Παρουσία είναι σαν κρίση. Τα κακά πνεύματα αντιδρούν χωρίς να τους το πουν:
«Τι θέλεις από μας; Έχεις έρθει για να μας καταστρέψεις – ξέρουμε ποιος είσαι...»
Υπάρχουν πάρα πολλές περικοπές που συνδέονται με το έλεος και τη δικαιοσύνη, και δε γίνεται ν’ αναφερθούν όλες εδώ. Οι εξής πέντε φανερώνουν τις διαφορετικές πλευρές της κρίσης.
- Κατά Μάρκον 3. 1 - 6. Ο Άνθρωπος με το Παράλυτο Χέρι.
Σ’ αυτή την ιστορία, ο Ιησούς θεραπεύει το Σάββατο. Η θεραπεία λαμβάνει χώρα στη συναγωγή. Ο άνθρωπος με το παράλυτο χέρι δε ζητά βοήθεια – τουλάχιστον, όχι ανοιχτά. Ο Ιησούς ίσως να διαβάζει την καρδιά του. Καλεί τον άνθρωπο να βγει μπροστά και του ζητά να σταθεί στη μέση. Μετά του ζητά να τεντώσει το χέρι του. Αυτό αποκαθίσταται. Αυτή η πράξη αγάπης και ελέους αντιμετωπίζεται με αποδοκιμασία από τους αντιπάλους του Κυρίου. Τους κοιτάει «με οργή». «Λυπήθηκε για την πώρωση της καρδιάς τους».
Εδώ βλέπουμε το έλεος και την κρίση. Αυτοί οι Φαρισαίοι και άλλοι που ήταν έτοιμοι να καταδικάσουν τον Ιησού επειδή θεράπευε το Σάββατο συνωμοτούν εναντίον του «αμέσως» – την ίδια μέρα, στο ίδιο μέρος. Η δική τους απόπειρα να κρίνουν τον Ιησού γυρίζει πάνω τους. Εκείνος έχει κάνει «καλό»: έχει «σώσει ζωή». Εκείνοι συνωμοτούν για να καταστρέψουν τη ζωή. Νομίζοντας ότι προστατεύουν το Σάββατο, το έχουν βεβηλώσει, και το έχουν κάνει αυτό από φόβο, υπερηφάνεια και φθόνο. Το κακό που ήδη βρισκόταν στις καρδιές τους τώρα έχει βγει προς τα έξω. Ο άνθρωπος με το παράλυτο χέρι κλήθηκε φανερά. Η θεραπεία του έκανε να εκδηλωθούν οι αντίπαλοι του Ιησού φανερά. Έχουν μαραμένες καρδιές και ψυχές. Η παρουσία του Ιησού ανάμεσά τους επέφερε την κρίση.
- Κατά Μάρκον 11. 12 - 14. Ο Ιησούς Καταριέται τη Συκιά.
Αυτή η ιστορία είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Οι μελετητές της Αγίας Γραφής υποθέτουν ότι θα μπορούσε να είναι μία συμβολική πράξη που δείχνει τη δυσαρέσκεια του Κυρίου για την κατάσταση του Ναού και τη θρησκευτική ηγεσία στο Ισραήλ. Ο Ιησούς πεινάει και πάει σε μια συκιά που «έχει φύλλα». Δεν υπάρχουν καρποί στο δέντρο, «επειδή δεν ήταν ο καιρός των σύκων». Ο Ιησούς τότε καταριέται το δέντρο. Αυτό μοιάζει άδικο. Έπρεπε το δέντρο να βγάλει σύκα εκτός εποχής; Αν ο Ιησούς είναι πραγματικά θυμωμένος με κάποιον άλλο, γιατί καταριέται μια συκιά που δεν είναι στην εποχή της;
Ένας τρόπος να καταλάβουμε αυτή την ιστορία είναι σαν μία προειδοποίηση κρίσης. Η κρίση του Θεού θα έρθει όταν δε θα το περιμένουμε. Ο Ιησούς μίλησε αλλού για τον «κλέφτη μέσα στη νύχτα». Προειδοποίησε ότι ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει «απρόσμενα». Δεν υπάρχει εποχή για καρπούς όσον αφορά στο Ισραήλ, την Εκκλησία, την ανθρωπότητα ή τον καθένα ξεχωριστά. Όταν έρθει ο Χριστός, θα περιμένει να είμαστε έτοιμοι. Αν, τελικά, δεν έχουμε καρπούς, δε θα έχουμε ποτέ καρπούς. Αυτό είναι ένα «κάλεσμα αφύπνισης». Η δύναμη του κειμένου είναι αυτή˙ αν ο Ιησούς μπορεί να καταραστεί μία συκιά που είναι εκτός εποχής, τι θα συμβεί σ’ εμάς αν δεν παράγουμε «καρπούς». Για μας, όπως και για το Ισραήλ, δεν υπάρχει «εποχή».
- Κατά Ιωάννην 9. 1 - 41. Η Θεραπεία του Τυφλού.
Αυτή η θαυμάσια ιστορία περιέχει κάποια πολύ σημαντική διδασκαλία για το έλεος και την κρίση. Πρώτον, σε απάντηση στο ερώτημα των μαθητών Του για το λόγο της τύφλωσης του ανθρώπου, ο Ιησούς λέει, «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του˙ γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθούν τα έργα του Θεού σ’ αυτόν». Η αναπηρία, η εκ γενετής δυσμορφία κλπ έχουν ένα σκοπό. Ο Θεός μπορεί και θέλει να εργαστεί μέσα από αυτά τα βάσανα για το καλό των άλλων˙ για τη σωτηρία των ψυχών. Για τους Χριστιανούς, κανείς, όσο αδύναμος, βασανισμένος, ή παραμορφωμένος κι αν είναι δε μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί ως «άχρηστος» ή να θεωρηθεί βάρος για την κοινωνία. Αυτό δεν είναι άσχετο με τη σκέψη μας για το έλεος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το έλεος έρχεται μέσα απ‘ τον πόνο και φανερώνεται σ’ εκείνους που ζητούν έλεος από μας. Ταυτοχρόνως, αυτοί οι άνθρωποι επιφέρουν την κρίση (όπως θα δούμε).
Με το να θεραπεύσει τον τυφλό, ο Ιησούς προκαλεί τους «Φαρισαίους» οι οποίοι, μη μπορώντας ν’ αρνηθούν τη θεραπεία, συνεχίζουν να κατηγορούν το θεραπευμένο άνθρωπο ότι είναι αμαρτωλός. Θεωρούν τους εαυτούς τους καλύτερους απ’ αυτόν και, μέσα στην περηφάνια τους, κάνουν το απίστευτο λάθος να αγνοούν την αλήθεια που βρίσκεται μπροστά στα μάτια τους˙ ότι ένας άνθρωπος που δε μπορούσε να δει εκ γενετής τώρα μπορεί να δει, σωματικά, τόσο καλά όσο εκείνοι. Ο Ιησούς μιλάει για αληθινή τύφλωση και ψεύτικη τύφλωση. Λέει, «Εγώ για κρίση ήρθα σε τούτο τον κόσμο, για να βλέπουν αυτοί που δεν βλέπουν, και για να γίνουν τυφλοί αυτοί που βλέπουν». Οι Φαρισαίοι ρωτούν αν Εκείνος λέει ότι είναι τυφλοί. Η απάντηση είναι ναι επειδή, όπως τους λέει Εκείνος, «Αν ήσασταν τυφλοί, δεν θα είχατε αμαρτία˙ τώρα, όμως, λέτε ότι: ‘Βλέπουμε’˙ η αμαρτία σας, λοιπόν, μένει».
Ο Τυφλός θεωρήθηκε ότι ήταν τυφλός εξαιτίας της αμαρτίας. Στην πραγματικότητα είναι οι αντίπαλοι του Κυρίου που είναι αμαρτωλοί επειδή αρνούνται να δουν την αλήθεια. Η κρίση και το έλεος συναντιούνται. Εκείνοι που αρνήθηκαν να δείξουν έλεος έχουν αποδείξει ότι οι ίδιοι δεν το αξίζουν.
- Κατά Ιωάννην 12. 44 - 48. «Εγώ δεν κρίνω»
Σ’ αυτή την περικοπή από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, ο Ιησούς λέει, «Εγώ ήρθα στον κόσμο σαν φως, για να μη μείνει μέσα στο σκοτάδι καθένας που πιστεύει σε μένα. Και αν κάποιος ακούσει τα λόγια μου, και δεν πιστέψει, εγώ δεν τον κρίνω˙ επειδή δεν ήρθα για να κρίνω τον κόσμο, αλλά για να σώσω τον κόσμο. Εκείνος που αθετεί εμένα, και δεν δέχεται τα λόγια μου, έχει αυτόν που τον κρίνει˙ ο λόγος που μίλησα, εκείνος θα τον κρίνει κατά την έσχατη ημέρα.»
Εδώ ο Ιησούς φαίνεται να διαψεύδει τα λόγια που είπε στη θεραπεία του τυφλού («Εγώ για κρίση ήρθα σε τούτο τον κόσμο»). Στην πραγματικότητα, ο Ιησούς δεν κρίνει ακόμα τον κόσμο κατά μία τελική έννοια. Προειδοποιεί για κρίση, επισημαίνει την υπερηφάνεια και την υποκρισία μερικών από τους εβραίους ηγέτες, εκδιώκει κακά πνεύματα και καταριέται τη συκιά. Ο Ιησούς μιλάει για τη βούληση του Πατέρα Του να μη χαθεί κανείς και αργότερα, στην προσευχή Του πριν το Πάθος λέει στον Πατέρα, σχετικά με τους μαθητές Του, «Ούτε ένας τους δεν χάθηκε εκτός από εκείνον που ήταν προορισμένος να χαθεί» (ο Ιούδας). «Προορισμένος» εδώ έχει την έννοια της συνέπειας της ελεύθερης επιλογής. Η κρίση έρχεται εξαιτίας της παρουσίας του Κυρίου˙ Εκείνος είναι φως και το κακό δε μπορεί να κρυφτεί. Ταυτοχρόνως, λέγονται αρκετά για να μας κάνουν ν’ αντιληφθούμε ότι θα υπάρξει μια πιο άμεση κρίση. Ο Ιησούς δεν είναι ένας τυχαίος θεατής˙ η κρίση έρχεται μ’ Εκείνον και εξαιτίας Εκείνου. Ίσως αρκεί μόνο να μας κοιτάξει μ’ εκείνο το διεισδυτικό βλέμμα που βλέπουμε στις εικόνες του Χριστού Παντοκράτορα. Εκείνο το βλέμμα ανοίγει τη συνείδηση και οι λέξεις που είπε αντηχούν στις ψυχές μας.
- Κατά Ματθαίον 25. 31 - 46. Η Τελική Κρίση
Σ’ αυτή τη γνωστή απεικόνιση της Τελικής Κρίσης ο Ιησούς, «ο Υιός του Ανθρώπου» είναι ο κριτής. Χωρίζει τα «πρόβατα» από τα «ερίφια». Τα ερίφια δε θεωρούντο κακά ή άχρηστα, αλλά σε κάποιο σημείο ο ποιμένας θα έπρεπε να συγκεντρώσει τα πρόβατα. Τα πρόβατα εδώ αντιπροσωπεύουν το λαό του Θεού. Το έλεος του Θεού αποκαλύπτεται μ’ έναν αξιοσημείωτο τρόπο˙ ο Χριστός ταυτίζεται μ’ εκείνους που έχουν ανάγκη. Εκείνοι που έχουν δικαίωμα στο έλεός μας αντιπροσωπεύουν Εκείνον. Η άρνηση να δείξουμε έλεος θίγει Εκείνον προσωπικά. Αυτή η κρίση έχει νόημα. Κανείς δε θα μπορούσε να παραπονεθεί γι’ αυτήν.
Τι θα συμβεί όταν δούμε το πρόσωπο του Χριστού και αναγνωρίσουμε εκείνους που αγνοήσαμε, προσπεράσαμε, αντιμετωπίσαμε με περιφρόνηση ή συγκατάβαση (με τον τρόπο που περιγράφει ο απόστολος Ιάκωβος); Προτού μιλήσει ο Χριστός θα ξέρουμε πού είναι η θέση μας. Η παραβολή λέει ότι Εκείνος ξεχωρίζει τα πρόβατα από τα ερίφια, αλλά τα ερίφια θα ξέρουν ποια είναι και θα είναι αναγνωρίσιμα. Δε θα υπάρξει αντίσταση˙ θα ξέρουν πού να πάνε.
Η τελική διακήρυξη είναι μια επιβεβαίωση αυτού που είναι ήδη γνωστό.
Μιλώντας γι’ αυτή τη σκηνή, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ (στο «Περνώντας το Κατώφλι της Ελπίδας») λέει, αναφερόμενος στα «ερίφια» ή τα απολωλότα˙ «Εδώ δεν είναι τόσο ο Θεός που απορρίπτει τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος που απορρίπτει το Θεό» (Σελίδα 73). Η φράση είναι σε πλάγια γράμματα στο πρωτότυπο κείμενο). Αυτό που είναι επίσης σαφές από αυτό το κείμενο είναι ότι Η Κρίση ήδη λαμβάνει χώρα, εδώ και τώρα. Αν το γνωρίζω αυτό, δε χρειάζεται να δω οράματα του Θείου Προσώπου για να ξέρω ποιος χτυπάει την πόρτα μου και ζητάει φαγητό. Ταυτοχρόνως, υπάρχουν άλλα είδη φτωχών. Εγώ ο ίδιος είμαι φτωχός. Ο Ορθόδοξος συγγραφέας, αρχιμανδρίτης Βασίλειος Μπακογιάννης (στο «Μετά Θάνατον») το αποδεικνύει αυτό καλά όταν γράφει για το καθήκον που έχουμε να φροντίζουμε τις ψυχές μας. Πώς φροντίζουμε τον εαυτό μας; Τι γίνεται με τους εγωιστές (πλούσιους και μη), τους χαλαρούς, τους μαλθακούς και τους βίαιους; Κι αυτοί είναι «φτωχοί» και χρειάζονται «ρούχα» κλπ. Βρίσκονται σ’ ένα είδος φυλακής κι έχουν το ίδιο ανάγκη από βοήθεια με τον καθένα. Εν συντομία, όλοι έχουν δικαίωμα στο έλεός μας, ιδιαιτέρως – μας δίνει κι αυτή τη προειδοποίηση – εκείνοι που έχουν αμαρτήσει εναντίον μας.
Ποτέ δε μπορούμε να ξεχάσουμε την αγιότητα του Θεού. Έχουμε λάβει την πρόσκλησή Του για μια οικεία σχέση μαζί Του, αλλά ποτέ δε μπορούμε να ξεχάσουμε ότι είναι ο Θεός. Υπάρχει μία πλευρά που προκαλεί δέος, η οποία περιγράφεται από το φιλόσοφο Rudolph Otto (στην «Ιδέα του Αγίου») ως mysterium tremendum et fascinans (μυστήριο τρομερό και γοητευτικό). Κάτι από αυτό το μαγνητικό δέος καταγράφηκε από τον C.S. Lewis στα «Χρονικά της Νάρνια», όπου η μορφή του Χριστού είναι το λιοντάρι, ο Ασλάν. Όταν τα παιδιά της ιστορίας πρωτοβλέπουν το λιοντάρι, ανακαλύπτουν ότι κάτι μπορεί να είναι «καλό και τρομερό συγχρόνως…επειδή, όταν προσπάθησαν να κοιτάξουν το πρόσωπο του Ασλάν, απλώς είδαν φευγαλέα τη χρυσή χαίτη και τα θαυμάσια, βασιλικά, σοβαρά μάτια που σκλαβώνουν: και τότε ανακάλυψαν ότι δεν μπορούσαν να τον κοιτάξουν κι άρχισαν όλοι να τρέμουν» («Το Λιοντάρι, η Μάγισσα και η Ντουλάπα» Κεφάλαιο 12). Όσο άγριο κι αν φαίνεται το λιοντάρι, έλκονται από τη γοητεία Του. Αργότερα, όταν η Λούσυ συναντάει τον Ασλάν αυτοπροσώπως αφού έχει περάσει λίγος καιρός λέει, «Είσαι μεγαλύτερος», κι εκείνος απαντάει «Εσύ έχεις μεγαλώσει». Ο Θεός είναι πάντα μεγαλύτερος.
Η αγιότητα του Θεού είναι εξαγνιστική, αλλά για εκείνους που επιλέγουν την οδό της Κολάσεως, είναι η ίδια η αγριότητα. Ο Θεός είναι Αγάπη, και ποτέ δε σταματά να μας αγαπά, αλλά όσοι απορρίπτουν το Θεό βρίσκουν την αγάπη Του ανυπόφορη.
Η κρίση και ο διαλυμένος κόσμος
Ζούμε σ’ έναν ωραίο πλανήτη, σ’ ένα μεγαλοπρεπές σύμπαν. Οι φωτογραφίες που έβγαλαν πανίσχυρα τηλεσκόπια ή που έστειλαν στη γη διάφορα είδη διαστημοπλοίων μας έχουν καταπλήξει και παρηγορήσει. Όμως υπάρχουν και φωτογραφίες της γης που δείχνουν τυφώνες κι άλλες βίαιες φυσικές αναταραχές. Στη γη έχουμε όργανα που μπορούν να προβλέψουν σεισμούς, και οι επιστήμονες μπορούν να υποδείξουν ηφαίστεια και θερμοπίδακες και να μας προειδοποιήσουν για το τι θα συμβεί στο μέλλον. Σ’ αυτόν τον 21ο αιώνα πολλοί από μας μιλάνε γι’ αφύσικα καιρικά φαινόμενα. Πολλοί λένε ότι τέτοια πράγματα είναι αποτέλεσμα του φαινομένου του θερμοκηπίου.
Πάντα υπήρχαν καταιγίδες, σεισμοί, ηφαιστειακές εκρήξεις κι επιδημίες. Από την Πτώση και την επίπτωση του Προπατορικού Αμαρτήματος στην ίδια τη φύση, η ανθρωπότητα έχει παλέψει με δυνάμεις πέρα από τον έλεγχό της. Ο Θεός έχει παραχωρήσει να υποστούμε τις συνέπειες της αμαρτίας ακόμα και όσον αφορά στον καιρό. Μοιάζει να υπάρχει μια σχέση ανάμεσα στις αναταραχές της φύσης και την αμαρτωλότητα των κατοίκων της γης. Μπορούμε να κατανοήσουμε πώς η απληστία, που εκφράζεται με την αποψίλωση των δασών, τη μόλυνση, την υπερκαλλιέργεια, την εξάντληση των αλιευτικών αποθεμάτων και τη βίαιη παρέμβαση στα φυσικά συστήματα έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα που μερικές φορές απειλούν την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Θα μπορούσαμε επίσης να θέσουμε ερωτήματα για τις επιδράσεις των πυρηνικών δοκιμών σε διάφορα μέρη του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του Ειρηνικού Ωκεανού. Τέτοια πράγματα μπορούν πιο εύκολα ν’ αποδοθούν στην ανθρώπινη αδυναμία. Το μυστήριο της αμαρτίας δεν περιγράφεται τόσο εύκολα. Όμως διαισθανόμαστε ότι υπάρχει κάτι βαθιά εσφαλμένο με τη γη και το σύμπαν και υποψιαζόμαστε ότι έχει να κάνει με εμάς. Κατά πολλούς τρόπους οι προφητείες καταστροφής μας θυμίζουν την κοινή μας ανθρώπινη φύση και την ευθύνη μας για τη Γη. Όταν και αν διαισθανόμαστε ότι ο Θεός μας προειδοποιεί, αυτό είναι κατ’ αρχήν μια πράξη ελέους. Μία προειδοποίηση είναι μία προειδοποίηση, όχι μία καταδίκη.
Στο Τετράδιο 17, στο μήνυμα που δόθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1987, ο Ιησούς είπε:
«Από το Άπειρο Έλεός Μου κατεβαίνω στη γη για να σας προειδοποιήσω. Είμαι το Πνεύμα της Αληθείας που μιλάει, ακούστε τι έχω να πω στις Εκκλησίες Μου. Δημιουργία, μην παραμένεις αδρανής, να διαβιβάσεις την προειδοποίησή Μου. Στέκομαι μπροστά στην πόρτα και χτυπώ…»
Έχουμε ελεύθερη βούληση˙ μπορούμε ν’ απαντήσουμε στο κάλεσμα για μετάνοια ή όχι. Έχουμε τους φτωχούς. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να τους βοηθήσουμε ή όχι. Οι κυβερνήσεις και οι πλούσιες επιχειρήσεις έχουν τεράστιους πόρους. Μπορούν ν’ ακυρώσουν το χρέος ή όχι, να βοηθήσουν την καλλιέργεια σε άγονες περιοχές ή όχι, να εργαστούν για την ειρήνη και τη δικαιοσύνη ή όχι.
Ο Ιησούς Χριστός δε θεράπευσε όλο τον κόσμο, αλλά έδειξε ότι τέτοια θεραπεία είναι και δυνατή και σχεδιασμένη. Γαλήνεψε καταιγίδες, μάζεψε ασυνήθιστες ψαριές στα δίχτυα των ψαράδων μαθητών Του, πολλαπλασίασε το ψωμί και τα ψάρια για τα πλήθη, και ανάστησε τους νεκρούς. Όταν Εκείνος πέθανε έγινε σεισμός. Από την Ανάληψή Του και την έλευση του Αγίου Πνεύματος υπήρξαν άλλες περιστάσεις που ο κόσμος έμοιαζε να συμπεριφέρεται κατά ασυνήθιστους τρόπους. Μερικές φορές, αυτά τα συμβάντα είναι σαν υπερφυσικά φαινόμενα, που τα βλέπουν μόνο μερικοί, ακόμα κι αν αυτοί αριθμούν χιλιάδες (όπως στη Φάτιμα το 1917). Μερικές φορές είναι πραγματικά γεγονότα που δεν επιδέχονται εξήγηση (όπως τα παράξενα φώτα στον ουρανό της Ευρώπης ακριβώς πριν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – ένα γεγονός που προφήτευσε η Παναγία).
Ο κόσμος δεν είναι πια υπό τον έλεγχο του διαβόλου, αλλά μπορεί να καταστραφεί από την αμαρτία, και πολλά εξαρτώνται από τη δική μας ανταπόκρισή στη χάρη. Αν απορρίψουμε το Θεό, επιτρέπουμε στο διάβολο να εισβάλει μέσα, έστω και προσωρινά, αλλά αν ξαναγυρίσει ο διάβολος δεν είναι τόσο εύκολο να εκδιωχθεί. Η επιστήμη της σωτηρίας βασίζεται σταθερά στην πίστη. Ο χριστιανικός εξορκισμός παντού εξυψώνει το Σταυρό και κηρύττει το Λόγο. Ο διάβολος ΕΧΕΙ ηττηθεί. Όσες φορές και να το πούμε δε φτάνει, αλλά αυτός ο θρίαμβος πρέπει να φανεί στις ζωές των χριστιανών και οι πύλες της Κολάσεως πρέπει ν’ αμπαρωθούν και να κλειστούν. Μια μέρα αυτό θα γίνει – ίσως πιο σύντομα απ’ ότι νομίζουμε. Όταν βιώσουμε τη μεγάλη χαρά της χριστιανικής ενότητας, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ θα προχωρήσει προς εκείνες τις πύλες με μια μεγάλη αλυσίδα.
Κρινόμαστε με το μέτρο της Αγάπης
Παραθέτοντας το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο για την έλευση του Υιού του Ανθρώπου «μετά δόξης», ο Αρχιμανδρίτης Βασίλειος μας θυμίζει ότι η δόξα του Χριστού είναι η στοργική καλοσύνη Του. Η ενσάρκωσή της είναι ο Σταυρός. Το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο μιλάει για το γεγονός ότι δοξάστηκε ο Χριστός με το πάθος, το θάνάτο, την ανάσταση και την ανάληψή Του αλλά μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο, η δόξα Του είναι ο θάνατός Του. Η στιγμή του θριάμβου είναι η τελική κραυγή πριν να παραδώσει το Πνεύμα Του.
Αυτός είναι ο θρίαμβος της αγάπης, της Αγάπης. Από τη στιγμή που έχει συμβεί αυτό, ό,τι ακολουθεί είναι δεδομένο. Στην ταινία «Το Πάθος του Χριστού», η στιγμή του θανάτου του Χριστού απεικονίζεται έξοχα ως η ήττα του κακού. Ο διάβολος παρουσιάζεται μόνος σε μία έρημο να ουρλιάζει από απελπισία.
Ο θρίαμβος του Σταυρού είναι ο θρίαμβος της αγάπης. Γι’ αυτό ο Σταυρός θα μας παρουσιαστεί συγχρόνως μέσα στη φρίκη και στο μεγαλείο του. Θ’ αντικρίσουμε Εκείνον που καρφώσαμε – που οι αμαρτίες μας κάρφωσαν. Θα δούμε ό,τι είδαν εκείνοι πάνω στο Γολγοθά, 2000 χρόνια πριν, και θα δούμε το σφοδρά ωραίο πρόσωπο Εκείνου που πέθανε για μας. Αυτή είναι μια πιο τρομερή κρίση απ’ ό,τι θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε για μας τους ίδιους επειδή αυτή είναι η Αλήθεια, εκείνη η απόλυτη Αλήθεια για τον εαυτό μας σε σχέση με το Θεό.
Όταν η ταινία «Το Πάθος» κυκλοφόρησε, είμαι σίγουρος ότι πολλοί αναρωτήθηκαν πώς αυτή η παραστατική απεικόνιση των παθών του Χριστού θ’ άγγιζε τους ανθρώπους. Τώρα ξέρουμε ότι αρκετοί βγήκαν από τους κινηματογράφους κλαίγοντας, άλλοι μαρτυρούν ότι οι ζωές τους έχουν αλλάξει. Ποιος θα είναι ο αντίκτυπος του πραγματικού; Η Δεύτερη Πεντηκοστή περιλαμβάνει μία στιγμιαία ματιά σε όλη τη φρίκη; Οι ψυχές των μυστικών (συμπεριλαμβανομένης της Βασούλας) έχουν δει κάτι από αυτή. Ο Padre Pio είδε τη σταύρωση ενώ τελούσε τη Θεία Λειτουργία. Είναι ν’ απορεί κανείς που εμφανίστηκαν τα στίγματα στην ευλογημένη σάρκα του; Αυτό είναι. Αυτή είναι η κρίση, και οι χριστιανοί χρειάζεται να έρθουν πιο κοντά στο Σταυρό. Στην αρχή των μηνυμάτων της Αληθινής εν Θεώ Ζωής, ο Ιησούς ζητά από τη Βασούλα (κι εμάς) να κάνουμε την Πορεία προς το Μαρτύριο. Αν δε συλλογιστούμε το Πάθος, το αληθινό Πάθος, πώς μπορούμε ποτέ να ελπίζουμε ότι θα εννοήσουμε κάτι από την αγάπη του Θεού για μας; Για τους χριστιανούς, η αγιότητα είναι αδύνατη χωρίς το Σταυρό.
(Βλ. το μήνυμα της ΑεΘΖ στις 12 Νοεμβρίου, 1987)
Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ λέει (στο «Περνώντας το Κατώφλι της Ελπίδας»), «Πριν απ’ όλα, είναι η Αγάπη που κρίνει. Ο Θεός, που είναι Αγάπη, κρίνει μέσω της αγάπης. Είναι η Αγάπη που ζητάει εξαγνισμό, ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να προετοιμαστεί για εκείνη την ένωση με το Θεό που είναι η τελική αποστολή και πεπρωμένο του» (Σελ. 187).
Αν μπορούσαμε μονάχα να δούμε τον Παράδεισο, πάρα πολλά θα ξεκαθάριζαν. Ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος είχε μία μυστική εμπειρία του Παραδείσου, μας λέει ότι δεν υπάρχει καμία σύγκριση ανάμεσα σ’ αυτό που υποφέρουμε εδώ και τώρα, και τις χαρές που μας προσμένουν. Γιατί φοβόμαστε να το πούμε αυτό; Τι θα μπορούσε να είναι πιο παρηγορητικό; Πολύ λίγοι ιεροκήρυκες μιλάνε στις κηδείες για τον Παράδεισο. Όταν έχουμε υπόψη τον Παράδεισο βρίσκουμε περισσότερη δύναμη να προσευχόμαστε και ν’ αγαπάμε και να υποφέρουμε. Αυτό που μας επιφυλάσσει ο Θεός ξεπερνάει τη μεγαλύτερη ποιητική φαντασία. Δε μπορεί ν’ απεικονιστεί με τη μουσική, τη ζωγραφική ή την πεζογραφία. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μείνουμε σιωπηλοί μπροστά σ’ ένα μυστήριο που προκαλεί δέος. Οι λειτουργίες μας πρέπει να είναι ωραίες, μελωδικές, και γεμάτες σύμβολα, σημεία, χρώμα και φως. Αλλά χρειαζόμαστε και τη σιωπή επειδή υπάρχει κάποιο σημείο που αυτά τα πράγματα δε μπορούν να υπερβούν. Μας φέρνουν μέχρι το κατώφλι. Πέρα από αυτό, υπάρχει η ανείπωτη, η αδιανόητη, η αφάνταστη χαρά του Παραδείσου. Μπορούμε να μάθουμε κάτι γι’ αυτή τώρα μόνο μέσα από ένα είδος σκιρτήματος που είναι κάτι σαν μία χρυσή μορφή αδρεναλίνης που μπαίνει στην καρδιά. Είναι ένα εσωτερικό κάλεσμα, μία αμυδρή ηχώ του επίμονου καλέσματος του Πατέρα: «Έλα, παιδί μου, έλα σε μένα».
«Διψώ!»
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός θέλει να πάμε στον Παράδεισο. Θέλει να είμαστε άγιοι. Θέλει να μοιραστεί τη ζωή Του μαζί μας. Είναι σα να «διψάει» για μας. Όλα είναι αγάπη, αλλά αυτή η αγάπη υπερβαίνει όσα θα μπορούσαμε ποτέ να εκφράσουμε με λόγια, ζωγραφική, ή μουσική.
Στο Τετράδιο 18, στις 13 Νοεμβρίου 1987, ο Ιησούς έδωσε στη Βασούλα αυτή την προσευχή:
«Πατέρα, Δίκαιε, Καταφύγιό Μου,
στείλε το Φως Σου και την Αλήθεια Σου,
αυτά ας γίνουν Οδηγοί μου για να με
οδηγήσουν στον Άγιο Τόπο Σου, όπου ζεις.
Εγώ, από μέρους μου, Σε αγαπώ ολοκληρωτικά.
Θα τηρήσω τον όρκο μου
να εκπληρώσω το Λόγο Σου.
Άγιε Πατέρα, έχω επίγνωση των σφαλμάτων μου,
των αμαρτιών μου, ελέησέ με.
Μέσα στην Αγαθότητά Σου και τη μεγάλη Σου Στοργή
συγχώρεσε τις αμαρτίες μου,
καθάρισέ με, Κύριε, γίνε ο Σωτήρας μου,
Ανακαίνισέ με, διατήρησε το πνεύμα μου
πιστό σε Σένα και πρόθυμο.
Σου προσφέρω τη θέλησή μου και παραδίνομαι.
Δέχομαι να είμαι η πινακίδα Σου.
Υμνώ το Άγιο Όνομά Σου και Σ’ ευχαριστώ
για όλες τις ευλογίες και την Ειρήνη
που μου έχεις δώσει. Αμήν»
Η Βασούλα απάντησε με αυτά τα λόγια:
«Σ’ ευχαριστώ, Ιησού, που με οδηγείς βήμα προς βήμα. Είσαι ο Άγιος Δάσκαλός μου που με διδάσκει με αγάπη και υπομονή, που με οδηγεί καθώς και τους άλλους να Σε γνωρίσουμε καλύτερα, να γνωρίσουμε τι Άπειρη Αγάπη που είσαι. Ποτέ δεν μας εγκαταλείπεις, αλλά είσαι πάντα πρόθυμος να μας γυρέψεις, εμάς που είχαμε χαθεί και να μας φέρεις πίσω σε Σένα. Ποτέ δεν ένιωσα την παραμικρή τραχύτητα εκ μέρους Σου ή ανυπομονησία, ένιωσα μόνο αγάπη. Έδωσες Αγάπη και Ειρήνη στην ψυχή μου. Να ποιος είσαι. Δεν θα σ’ αφήσω ποτέ, Κύριε.»
Ας προσευχηθούμε να μπορέσουμε ν’ ανταποκριθούμε στην Αγάπη του Θεού με ευγνωμοσύνη, πιστότητα και εγκατάλειψη. Είθε να γίνουμε όλοι δικά Του όργανα ειρήνης και συμφιλίωσης. Είθε να Τον αγαπούμε πάντα, να Τον τιμάμε και να Τον υπακούμε και είθε το Φως του Χριστού να λάμψει στις καρδιές μας και στη μελλοντική Εκκλησία. Αμήν.
Βιβλιογραφία.
Έργα που παρατίθενται:
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ. New Revised Standard Version (NRSV)
«Μετά Θάνατον». Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Μπακογιάννης.
Εκδόσεις Τέρτιος 2001
«Περνώντας το Κατώφλι της Ελπίδας». Πάπας Ιωάννης Παύλος ΙΙ
«Η Ιδέα του Αγίου». Rudolph Otto
«Το Λιοντάρι, η Μάγισσα και η Ντουλάπα». C.S. Lewis
|